Διλτιαζέμη

Εμπορική ονομασία: Tildiem, Dipen, Cardil

Η διλτιαζέμη (κατηγορία ΙV των αντιαρρυθμικών ) ανήκει στους ανταγωνιστές των διαύλων ασβεστίου και μαζί με την βεραπαμίλη είναι τα φάρμακα αυτής της κατηγορίας που έχουν δράση στο μυοκάρδιο, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους ανταγωνιστές των διαύλων ασβεστίου που έχουν περιφερική αγγειοδιασταλτική δράση. Η διλτιαζέμη μπορεί να χορηγηθεί τόσο από του στόματος, όσο και ενδοφλέβια. Έχει μεγαλύτερη επίδραση στον φλεβόκομβο, που προκαλεί φλεβοκομβική βραδυκαρδία και στον κολποκοιλιακό κόμβο που προκαλεί ελάττωση της ταχύτητας αγωγής.

Ενδείξεις

  • Σε από του στόματος μορφή μπορεί να δοθεί για πρόληψη υπερκοιλιακών ταχυκαρδιών
  • Η διλτιαζέμη μπορεί να δοθεί για ελάττωση της συχνότητας σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή ή κολπικό πτερυγισμό και ταχεία καρδιακή συχνότητα, χωρίς ωστόσο το φάρμακο να έχει δράση στην ανάταξη της κολπικής μαρμαρυγής και αποκατάσταση του φυσιολογικού ρυθμού. Η βεραπαμίλη μπορεί να δοθεί για ελάττωση της συχνότητας σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή ή κολπικό πτερυγισμό και ταχεία καρδιακή συχνότητα, χωρίς ωστόσο το φάρμακο να έχει δράση στην ανάταξη της κολπικής μαρμαρυγής και αποκατάσταση του φυσιολογικού ρυθμού.

Ανεπιθύμητες ενέργειες

  • Αντενδείκνυται η χορήγηση της σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια
  • Υπόταση, βραδυκαρδία, κολποκοιλιακός αποκλεισμός και ασυστολία μπορούν να συμβούν ειδικά όταν συγχορηγείται και β-αποκλειστές.

Διαβάστε περαιτέρω :

2017-05-29T15:44:43+00:00